24 Νοεμβρίου, 2024

Πόλεμος στην Ουκρανία: Το σχέδιο ισοπέδωσης πόλεων από τον Πούτιν

Πόλεμος στην Ουκρανία: Το σχέδιο ισοπέδωσης πόλεων από τον Πούτιν

Πόλεμος στην Ουκρανία:   Οι προβληματικές και ανεπιτυχείς στρατιωτικές επιδόσεις του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία υποδηλώνουν ότι ο δαπανηρός εκσυγχρονισμός των Ενόπλων Δυνάμεων της Μόσχας την τελευταία 15ετία δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα και ούτε έχει αλλάξει νοοτροπία.

Από τις ακραίες τακτικές του ρωσικού στρατού στον αστικό πόλεμο, το παρελθόν μπορεί να είναι ο πρόλογος. Η Ρωσία επαναλαμβάνει τις ιστορικά βίαιες και ωμές επιθέσεις της τύπου Γκρόζνι τη δεκαετία του 1990 και στο Χαλέπι της Συρίας το 2015-2016, αλλά είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικές ή ακόμα πιο ριψοκίνδυνες στην περίπτωση της Ουκρανίας. Η αποφασιστικότητα της Ουκρανίας να αντισταθεί στην υπεροπτική και παλαιομοδίτικης νοοτροπίας πολεμική μηχανή της Μόσχας είναι ισχυρή, ενώ η Δύση παρέχει στο Κίεβο μια εντυπωσιακή ως και επιτυχημένη σειρά εξελιγμένων όπλων, καθώς και υποστήριξη πληροφοριών σε θέματα αναγνώρισης, επιτήρησης, στοχοποίησης.

Τις τελευταίες δεκαετίες η Ρωσία διεξήγαγε δύο τραγικούς πολέμους στη Δημοκρατία της Τσετσενίας στον Βόρειο Καύκασο. Τον Δεκέμβριο του 1994, οι ρωσικές δυνάμεις περίμεναν μια εύκολη και γρήγορη νίκη. Αντίθετα, χρειάστηκαν τρεις μήνες έντονων και σκληρών μαχών για να καταλάβουν την πρωτεύουσα, Γκρόζνι. Τον Μάιο του 1997, μετά από περίπου 100.000 θανάτους, ο τότε πρόεδρος, Μπόρις Γιέλτσιν, και ένας Τσετσένος ηγέτης, ο Aσλάν Μασχάντοφ, υπέγραψαν μια προσωρινή συνθήκη ειρήνης και οι ρωσικές δυνάμεις αποχώρησαν. Τον Δεκέμβριο του 1999, ο τότε πρωθυπουργός, Βλαντιμίρ Πούτιν, ξεκίνησε έναν δεύτερο πόλεμο προσπαθώντας να τον δικαιολογήσει σε μεγάλο βαθμό από μια σειρά ύποπτων τρομοκρατικών επιθέσεων σε συγκροτήματα πολυκατοικιών (Μόσχα, Μπουγιάνσκ, Βολγκοντόνσκ, και παραλίγο σε Ριαζάν), που ορισμένοι ειδικοί (συμπεριλαμβανομένου του υπογράφοντα) πιστεύουν ότι ήταν μια στημένη επιχείρηση για να δικαιολογήσει τις ρωσικές παραπληροφορικές και προπαγανδιστικές θέσεις για εισβολή.

Η τότε εκστρατεία έδωσε έμφαση σε μαζικά και ισοπεδωτικά χτυπήματα στο Γκρόζνι από βαρύ πυροβολικό και πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων. Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, η Μόσχα ανακοίνωσε το τέλος του πολέμου και εγκατέστησε έναν σκληροπυρηνικό φιλορώσο ηγέτη στο Γκρόζνι, τον Ραμζάν Καντίροφ.

Το 2015-2016, ο Πούτιν κατέφυγε σε παρόμοια τακτική για να ανατρέψει την σε βάρος κατάσταση του εκλεκτού της Μόσχας ανδρείκελου, Μπασάρ αλ Ασαντ, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Μετά το «βιβλίο οδηγιών» στην Τσετσενία, η Ρωσία χρησιμοποίησε τα μεσαία βομβαρδιστικά TU-22M Backfire, για να πραγματοποιήσει «βομβαρδισμό τύπου χαλιού» στο Χαλέπι. Οι σαλαφιστές και άλλοι αντάρτες κατά του Ασαντ δεν είχαν τότε καμία αεράμυνα. Παρόλο που ένας τέτοιος βομβαρδισμός μπορεί να είναι διεθνές έγκλημα πολέμου, ο Πούτιν συνέβαλε στην καταστολή της εξέγερσης κατά του Ασαντ. Πάνω από ένα εκατομμύριο Σύροι πρόσφυγες εκτοπίστηκαν και οδηγήθηκαν στην Τουρκία. Από εκεί, πολλοί μετακινήθηκαν μαζικά στην Ευρώπη, προκαλώντας την αποσταθεροποίηση της πολιτικής/κοινωνικής ισορροπίας ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών, συμπεριλαμβανομένων μεσογειακών χωρών, ως και της Γερμανίας. Η Μόσχα σημείωσε τότε μια νίκη.

Η Ρωσία επεδίωκε και επιδιώκει να χρησιμοποιεί παρόμοια τακτική εναντίον των πόλεων της Ουκρανίας. Ομως, η αεράμυνα της χώρας περιλαμβάνει μια παραλλαγή της ισχυρής «οικογένειας συστημάτων» αεράμυνας S-300, μια πληθώρα αντιαεροπορικών πυραύλων Stinger, που είναι θανατηφόροι σε χαμηλότερα ύψη, και έναν μικρό στόλο μαχητικών αεροσκαφών της σοβιετικής εποχής με εξαίρετους πιλότους.

Αφήστε μια απάντηση