Η Ιστορία του Αποστόλου Παύλου και η Κόρινθος
Πράξεις – Αποστόλων
Ύστερα απ‘ αυτά αναχώρησε ο Παύλος από την Αθήνα και ήρθε στην Κόρινθο. Eκεί βρήκε έναν Iουδαίο, Πόντιο στην καταγωγή, που τον έλεγαν Aκύλα μαζί με τη γυναίκα του την Πρίσκιλλα. Aυτός είχε έρθει πρόσφατα από την Iταλία, επειδή ο Kλαύδιος είχε διατάξει να φύγουν όλοι οι Iουδαίοι από τη Pώμη. Σ‘ αυτού του ζεύγους το σπίτι, λοιπόν, ήρθε, κι επειδή είχαν την ίδια τέχνη – σκηνοποιοί ήταν και οι δύο – έμενε μαζί τους κι εργαζόταν. Έτσι, κάθε Σάββατο συνομιλούσε στη συναγωγή κι έπειθε και Iουδαίους και Έλληνες.
Kι όταν κατέβηκαν από τη Mακεδονία ο Σίλας και ο Τιμόθεος, ο Παύλος βρισκόταν κιόλας σε πνευματική υπερδιέγερση, καθώς διακήρυττε στους Iουδαίους πως ο Iησούς είναι ο Mεσσίας. Aλλ‘ επειδή εκείνοι εναντιώνονταν και βλαστημούσαν, τίναξε τη σκόνη από τα ρούχα του και τους είπε: Eσάς θα βαραίνει η ευθύνη του χαμού σας. Eγώ είμαι απαλλαγμένος από κάθε ευθύνη. Aπό τώρα κι ύστερα θα πάω στους εθνικούς. Έφυγε, λοιπόν, από κει και πήγε στο σπίτι κάποιου που ονομαζόταν Iούστος, ο οποίος σεβόταν το Θεό και του οποίου το σπίτι γειτόνευε με τη συναγωγή.
Στο μεταξύ, ο Kρίσπος ο αρχισυνάγωγος πίστεψε στον Kύριο μαζί με όλη την οικογένειά του. Eπίσης και πολλοί από τους Kορινθίους που άκουγαν το Eυαγγέλιο πίστευαν και βαφτίζονταν. Eίπε τότε ο Kύριος μέσω ενός οράματος τη νύχτα στον Παύλο:Mη φοβάσαι, αλλά κήρυττε και μη σιωπήσεις, γιατί εγώ είμαι μαζί σου και κανένας δε θα μπορέσει με κάποια επίθεσή του να σε κακοποιήσει, καθόσο έχω πολύ λαό δικό μου σ‘ αυτήν την πόλη. Έτσι, έμεινε εκεί ένα χρόνο κι έξι μήνες, διδάσκοντας ανάμεσά τους το Λόγο του Θεού.
Η Κόρινθος στη Καινή Διαθήκη
Ο απόστολος Παύλος επισκέπτεται την Κόρινθο φεύγοντας από την Αθήνα με μάλλον άσχημη ψυχική διάθεση αεξαιτίας της υποδοχής που είχε το ευαγγέλιο από τους Αθηναίους, όπως διαφαίνεται από τα λόγια του στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή «εν ασθενεία και εν φόβω και εν τρόμω πολλώ» (Α Κορινθίους 2,3). Η Κόρινθος ήταν μια στρατηγική πόλη για την υπόθεση του ευαγγελίου. Ο Απ. Παύλος ήξερε ότι αν κέρδιζε ανθρώπους στον Χριστό αυτό θα συνέβαλε σημαντικά στην εξάπλωση του μηνύματος της σωτηρίας.
Την εποχή που βρίσκεται ο Απ. Παύλος στην Κόρινθο γινόνταν οι αγώνες των Ισθμίων. Τα Ίσθμια, που βρίσκονταν 10 χιλ. έξω από την πόλη της Κορίνθου ήταν τρίτα σε σειρά (Ολύμπια, Πύθια, Ίσθμια και Νέμεα) σπουδαιότητας, αν και λόγω της σπουδαιότατης γεωγραφικής θέσης, τα σημαντικά πολιτικά γεγονότα που συχνά λάμβαναν χώρα και η ανάδειξη μετά το 27 μ.Χ. σε πρωτεύουσα της Αχαΐας κατέστησαν στην ουσία τα Ίσθμια δεύτερα σε συμμετοχή και σημασία, στη σειρά των Πανελληνίων. Τελούνταν κάθε δύο χρόνια και στην περίοδο που μας ενδιαφέρει τελέστηκαν το 49 και το 51 μ.Χ. Ο απ. Παύλος έφτασε στην Κόρινθο λίγο πριν αρχίσουν οι αγώνες.Πολλοί άνθρωποι φτάνανε στην Κόρινθο και είχαν ανάγκη καταλύματος, γεγονός που έδινε σημαντική εργασία στον απ. Παύλος ως σκηνοποιό μια και είχε να προετοιμάσει σκηνές για τους αθλητές και τον άλλον κόσμο που θα έρχονταν στην πόλη. Ήταν όμως και μεγάλη ευκαιρία για την εξάπλωση του ευαγγελίου, ευκαιρία που ο απ. Παύλος δεν θα άφηνε ανεκμετάλλευτη. Το έπαθλο των αγώνων ήταν ένα στεφάνι αρχικά από πεύκο και αργότερα από σέλινο μαραμένο, δηλωτικό του ταφικού χαρακτήρα των Ίσθμίων. Ο απ. Παύλος συγκρίνει τον φθαρτό στέφανο από σέλινο με έναν ανώτερο όταν γράφει στους Κορίνθιους «πας δε ο αγωνιζόμενος πάντα εγκρατεύεται, εκείνοι μεν ουν ίνα φθαρτόν στέφανον λάβωσιν, ημείς δε άφθαρτον» (Α Κορινθίους 9, 25).
Με την άφιξή του στην Κόρινθο θα γνωρίσει ένα ζευγάρι που θα παίξει σημαντικό ρόλο στην διαμονή τους στη Κόρινθο αλλά και στο μετέπειτα ιεραποστολικό του έργο, ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα. Ομόεθνοι και ομότεχνοι, σκηνοποιοί στο επάγγελμα ήρθαν στην Κόρινθο από την Ρώμη μετά από απόφαση του αυτοκράτορα Κλαυδίου να διώξει την εβραϊκή παροικία από την Ρώμη εξαιτίας κάποιου Χρήστου (Chrestus στα λατινικα που αναφέρεται στον Ιησού Χριστό) όπως μας πληροφορεί ο Σουετώνιος (Κλαύδιος 25, 4, Πράξεις των Αποστόλων 18, 2). Το ζευγάρι που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ήταν χριστιανοί πριν ακόμα έρθουν στην Κόρινθο συνδέθηκαν ιδιαίτερα με τον απ. Παύλο και δούλεψαν μαζί ως σκηνοποιοί.
Ο απ. Παύλος σύμφωνα με την πάγια τακτική του αρχίζει να κηρύττει το ευαγγέλιο στη συναγωγή της Κορίνθου. Τότε ήταν που κατέβηκαν από την Μακεδονία ο Σίλας και ο Τιμόθεος και ενώθηκαν στο έργο με τον απ. Παύλο. Κάποιοι Ιουδαίοι και προσήλυτοι στην ιουδαϊκή θρησκεία πιστεύουν ανάμεσά τους είναι ο αρχισυναγωγός Κρίσπος αλλά και ο Τίτιος Ιούστος, ο οποίος σύμφωνα με το όνομα του πρέπει να ήταν ρωμαίος πολίτης, και το σπίτι του ήταν δίπλα από τη συναγωγή. Οι Ιουδαίοι όμως αντιδρούν στο ευαγγέλιο και ο απ. Παύλος αποφασίζει να στραφεί στους Εθνικούς. Κρίσιμης σημασίας για το ευαγγέλιο και για τη διακονία του απ. Παύλου ήταν αυτή του η απόφαση. Οι Ιουδαίοι τελικά θα απαρνηθούν το ευαγγέλιο. Φεύγοντας από τη συναγωγή ο απ. Παύλος χρησιμοποιεί το σπίτι του Τίτιου Ιούστου για την ιεραποστολική του δράση και για τις συνάξεις της εκκλησίας στην Κόρινθο. Ο Θεός ενισχύει τον απ. Παύλο μέσα από ένα όραμα που του λέει να μη φοβάται και να κηρύττει το ευαγγέλιο γιατί υπάρχουν άνθρωποι που θα πιστέψουν σ‘ αυτό.
Ανάμεσα σε αυτούς που πίστεψαν ήταν και κάποιος με το όνομα Έραστος και αναφέρεται μαζί με τον Τίτιο Ιούστο «ασπάζεται υμάς Γάϊος ο ξένος μου και όλης της εκκλησίας, ασπάζεται υμάς Έραστος ο οικονόμος της πόλεως» (Ρωμαίους 16:23). Στις 15 Απριλίου του 1929 ανακαλύφτηκε μια πέτρα στο οδόστρωμα με την επιγραφή «ERASTVSPROAEDILITATES[UA] P[ECUNIA] STRAVIT» που αναφέρεται στην δωρεά του οδοστρώματος από κάποιον Έραστο οικονόμο της πόλης (Η ελληνική λέξη οικονόμος έχει την αντίστοιχή της στα λατινικάaedilis). Έτσι ο Έραστος της Κορίνθου που αναφέρει ο απ. Παύλος ταυτίζεται με τον Erastvs της επιγραφής. Στην Κόρινθο οι περισσότεροι πιστοί ήταν εθνικοί και κάποιοι ήταν από ψηλές κοινωνικές τάξεις όπως ο Έραστος.
Οι Ιουδαίοι όμως δεν ησυχάζουν βλέποντας τον απ. Παύλο να κηρύττει και θέλουν οπωσδήποτε να του δημιουργήσουν πρόβλημα, πράγμα που θα προσπαθήσουν να κάνουν με τον ίδιο τρόπο που δημιούργησαν πρόβλημα οι Ιουδαίοι στην Θεσσαλονίκη και αργότερα στην Βέροια. Τον Ιούλιο του 51 μ.Χ. (και λιγότερο πιθανό 12 μήνες αργότερα) ο LuciusJuniusGallio ήρθε στην Κόρινθο ως ανθύπατος της Αχαΐας. Ο Γαλλίων (το αρχικό του όνομα ήταν MarcusAnnaeusNovatus) ανήκε σε μια γνωστή ρωμαϊκή οικογένεια που κατάγονταν από τηνΙσπανία. Ήταν γιος του Marcus Annaeus Seneca, ενός ξεχωριστού δασκάλου της ρητορικής, και ο μικρότερος αδελφός του Lucius Annaeus Seneca, ενός στωικού φιλόσοφου και εκείνη την εποχή δάσκαλου του μελλοντικού αυτοκράτορα Νέρωνα. Λίγο μετά την άφιξη του Γαλλίωνα στην Κόρινθο οι Ιουδαίοι έφεραν τον απ. Παύλο μπροστά του για να τον δικάσει με την κατηγορία ότι ο απ. Παύλος φέρνει δοξασίες ξένες ή πιθανόν και παράνομες για τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο Γαλλίων αρνήθηκε να δικάσει τον απ. Παύλο με τον ισχυρισμό οτι το θέμα δεν τον αφορούσε μια και επρόκειτο για μια εσωτερική διαμάχη των Ιουδαίων. Το κατά παράδοση μέρος, το οποίο υποστηρίζεται και από αρχαιολόγους, στο οποίο οδηγήθηκε ο απ. Παύλος μπροστά στον Γαλλίωνα είναι το Βήμα που βρίσκεται στην Αγορά της Κορίνθου. Το Βήμα χρησιμοποιούταν από κρατικούς αξιωματούχους για τις δημόσιες εμφανίσεις τους μπροστά στο κόσμο.Έχει όμως υποστηριχτεί και η άποψη ότι ο Γαλλίων δε θα συγκαλούσε δικαστήριο σε ένα τόσο δημόσιο μέρος για μια τέτοια υπόθεση. Ένα άλλο πιθανό μέρος, κατά την ίδια άποψη, είναι κάποια Βασιλική Στοά, πιθανώς αυτή που βρίσκεται βόρεια και είναι παράλληλη με το δρόμο προς το Λέχαιο.
Εκτός από την εκκλησία στη Κόρινθο ο απ. Παύλος θα ιδρύσει και εκκλησία στις Κεγχρεές σημαντικό στέλεχος της οποίας ήταν η διακόνισσα Φοίβη. Μετά από ενάμισι χρόνο παραμονής στην Κόρινθο ο απ. Παύλος θα φύγει μαζί με την Πρίσκιλλα και τον Ακύλα για την Έφεσο. Πίσω του θα αφήσει μια μεγάλη εκκλησία, μια εκκλησία που λόγω του πολιτισμικού της περίγυρου θα αποδειχτεί μια δύσκολη εκκλησία με πολλά προβλήματα. Ο απ. Παύλος θα γράψει τουλάχιστον 3-4 επιστολές προσπαθώντας να λύσει αυτά τα προβλήματα. Μετά από έξι περίπου χρόνια θα ξανασκεφθεί την Κόρινθο, κατά τη τρίτη ιεραποστολική του περιοδεία, και θα μείνει στο σπίτι του Γάϊου από όπου και θα γράψει την προς Ρωμαίους επιστολή.
Πριν το τέλος του 1ου αιώνα ο Κλήμης Ρώμης θα στείλει επιστολή στην εκκλησία της Κορίνθου προσπαθώντας να λύσει κάποια προβλήματα που ταλάνιζαν την εκκλησία. Παρ‘ όλα τα προβλήματα η εκκλησία, όπως φαίνεται από την επιστολή, βρισκόταν γενικά σε μεγάλη ακμή.
Η θρησκεία της Κορίνθου: Λόγω της γεωγραφικής της θέσης στην πόλη συνέρεαν πλήθος ετερογενών στοιχείων φέροντας μαζί τους διάφορες δοξασίες. Το αποτέλεσμα ήταν ένας έντονος θρησκευτικός συγκρητισμός και η λατρεία πολλών θεοτήτων όπως η Αστάρτη και ο Μέρκαρτ, ο ’ττι και η Κυβέλη, ή Ίσιδα, ο Όσιρις και η Σέραπι και ο Απόλλωνας, ο Ερμής, Ηρακλής, Ασκληπιός. Πολλοί ασθενείς έρχονταν στην Κόρινθο για να γιατρευτούν από τον Ασκληπιό, αφιερώματα στον οποίο μπορεί κανείς να δει στο μουσείο της Κορίνθου. Η παλαιά πόλη ήταν αφιερωμένη στον Ποσειδώνα και η νέα στην Αφροδίτη.
Στην Ακροκόρινθο, εδώ οι πρώτες ενδείξεις λατρείας ανάγονται στον 7ο αιώνα, υπήρχε ο περιβόητος ναός της Αφροδίτης ο οποίος σύμφωνα με τον Στράβωνα (8,6,2) είχε στην υπηρεσία του πάνω από χίλιες ιερόδουλες που υπηρετούσαν τη θεά σε μικρούς ευπρόσωπους οικισμούς γύρω από τον ναό και ασκούσαν την «ιερή πορνεία». Ναοί της Αφροδίτης υπήρχαν επίσης στο Λέχαιο και στις Κεγχρεές. Οι ιερόδουλες οδηγούσαν τους ναυτικούς από το λιμάνι στα καταλύματά τους καθώς αυτοί ακολουθούσαν τα αποτύπωμα των παπουτσιών τους πάνω στο χώμα που έγραφαν «ΕΠΟΥ» δηλαδή ακολούθει. Τα κτίσματα στην Ακροκόρινθο δείχνουν ότι η λατρεία συνοδευόταν από θυσίες, δείπνα και θεατρικές εκδηλώσεις. Ίσως καθαρμοί και κάποιο στάδιο μύησης λάμβανε χώρα, όπως υπαινίσσεται ο περιορισμένος χώρος ορισμένων κτιρίων, και γραπτές πληροφορίες ότι τα λατρευτικά αγάλματα ήταν απρόσιτα στο κοινό. Η ζωή της Κορίνθου ήταν γνωστή για την έκλυση των ηθών και το «κορινθιάζεσθαι» σήμαινε διάγω άσωτη ζωή.
Σημασία της Κορίνθου:Η πόλη είχε ιδιαίτερη στρατηγική θέση μια και 400 άντρες μπορούσαν στο τείχος του Ισθμού να αναχαιτίσουν οποιαδήποτε εχθρική απειλή. Η εμπορική σημασία της πόλης ήταν επίσης μεγάλη μια και όλο το εμπόριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης περνούσε από αυτήν. Σε αυτό συνέβαλαν τα δυο επίνεια της πόλης, το ανατολικό, οι Κεγχρεές, και το δυτικό το Λέχαιο. Ιδιαίτερης σημασίας ήταν η δίοδος από την Δίολκο της Κορίνθου, ένας πλακόστρωτος δρόμος απ’ τον οποίο μεταφέρονταν τα πλοία και τα φορτία τους από τον κορινθιακό κόλπο στα δυτικά, στον Σαρωνικό στα ανατολικά.