24 Νοεμβρίου, 2024

Ήταν 6 Φεβρουαρίου του 1982 όταν η σχολική ποδιά μπήκε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας

Ήταν 6 Φεβρουαρίου του 1982 όταν η σχολική ποδιά μπήκε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας

Ήταν 6 Φεβρουαρίου του 1982 όταν η σχολική ποδιά μπήκε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας

Δε θυμάμαι άλλο ρούχο περισσότερο από αυτό στη ζωή μου. Έχω την εικόνα του σε κρεμάστρες, σε καρέκλες, στην σιδερώστρα, στην απλώστρα, στα χέρια της μάνας μου.

To 1981, πήγαινα ακόμη Λύκειο. Η «νίκη» του ΠΑΣΟΚ και όλη η υποσχόμενη «αλλαγή» συμπυκνώθηκαν για εμένα σε δύο πράγματα: ΤΟ ΠΑΣΟΚ κατήργησε την μαθητική ποδιά και επισημοποίησε την σχολική εκδήλωση για το Πολυτεχνείο.

Αυτό σημαίνει ότι όλη η επαναστατημένη μας νιότη μπορούσε να ξεχαρμανιάζει κάθε 17η Νοεμβρίου και μάλιστα με ελεύθερο dresscode, οπότε ποιος θυμόταν το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, όταν είχε να αποφασίσει τι θα βάλει την επόμενη μέρα στο σχολείο.

Τα σχολεία ήταν ανέκαθεν πασαρέλες –μην γελιόμαστε. Ακόμη και τότε που ήμασταν σε «θηλέων» και δεν υπήρχε ο πειρασμός του αρσενικού στο διπλανό θρανίο αλλά συνήθως έξω από την πόρτα του σχολείου, ακόμη και τότε , στα χρόνια της «ισοπεδωτικής» σχολικής ποδιάς, βρίσκαμε τρόπους να κάνουμε τα καλλιστεία της εποχής.

Υπήρχε κι ένα μάθημα –στα θηλέων- που το λέγανε «οικοκυρικά» που μας εισήγαγε στις βασικές ενότητες του κουτσομπολιού περί νοικοκυροσύνης. Οι μανάδες συνιστούσαν να κάνουμε φιλίες με κορίτσια που είχαν καλοσιδερωμένους και καθαρούς τους άσπρους γιακάδες και αναμετρούνταν μεταξύ τους σε δεξιότητες κρυφοβελονιάς για να τον ράψουν επάνω στην σχολική ποδιά.

Το σετάκι της ποδιάς ανάλογα με την χρονιά, συμπληρωνόταν από all star παπούτσια ή αλυσίδα ελβιέλα(!)που ήταν το ντόπιο υποκατάστατο. Το χειμώνα από πάσης φύσεως μποτάκια. Καστόρινα, στρατιωτικά, με φερμουάρ, με κορδόνια. Θυμάμαι μια χρονιά που η μόδα, ήθελε τα καλτσάκια να πέφτουν ξεχειλωμένα, πάνω στα παπούτσια μας.

Όταν τα σχολεία έγιναν μικτά, η σχολική ποδιά ίσχυε ακόμη. Ο Τσεκλένης, σχεδιάζοντας τις δικιές του, είχε αναβαθμίσει την υπόθεση και πλέον όλες νομίζαμε ότι είχαμε κάτι από τον αέρα της αεροσυνοδού της Ολυμπιακής, αφού μοιραζόμασταν στολές του ίδιου designer. Συμπληρώναμε δε το look με κοσμήματα, ασορτί καλσόν και πανωφόρια.

Τους καιρούς του ερωτικού οίστρου, δήθεν ξεκουμπώνονταν μόνα τους τα τελευταία κουμπιά για να δίνουν οπτική τροφή στους συμμαθητές μας. Τα κουμπιά μπορεί να ήταν και του μπούστου -αναλόγως τον διαθέσιμων προσόντων της καθεμιάς.

Σε παρέες μετά το σχολείο, κάναμε και ένα ιδιότυπο στριπτίζ, τις βγάζαμε, τις ρίχναμε μέσα στο σάκο και δίναμε μια ιδέα από τον έσω εαυτό μας, με τα μακό και τις φούστες που φορούσαμε από κάτω.

Δε θυμάμαι άλλο ρούχο περισσότερο από αυτό στη ζωή μου. Έχω την εικόνα του σε κρεμάστρες, σε καρέκλες, στην σιδερώστρα, στην απλώστρα, στα χέρια της μάνας μου, στο καλάθι με τα άπλυτα, σαβουριασμένο σε σχολικές τσάντες, ανάμεσα σε αγορίστικα δάκτυλα, φθαρμένο, ιδρωμένο, φωτογραφημένο με άλλα όμοιά του στις αναμνηστικές πόζες του τέλους της χρονιάς. Είναι το ρούχο της νιότης μου.

Όταν το ΠΑΣΟΚ κατήργησε την ποδιά εμείς χαρήκαμε. Θα εκφράζαμε πλέον πιο ελεύθερα την σεξουαλικότητά μας, θα κάναμε το ντεμπούτο μας ως ξεχωριστές μορφές και προσωπικότητες. Και οι μανάδες χάρηκαν.

Απαλλάχτηκαν από τις ατελείωτες βόλτες στην Ερμού κάθε Σεπτέμβριο για να ικανοποιήσουν τα ολοένα και πιο περίεργα γούστα μας. Ο Τσεκλένης όμως δεν χάρηκε. Του έμειναν 350.000 μέτρα μπλε ύφασμα αμανάτι. Σκέφτομαι πως φυλάω τόσα ρούχα με την ελπίδα να τα ξαναφορέσω. Κι ούτε μια ποδιά.

ΠΗΓΗ: https://www.newsitamea.gr/

Αφήστε μια απάντηση